обалдевать - translation to γαλλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

обалдевать - translation to γαλλικά


обалдевать      
разг.
см. обалдеть
baba         
être (rester) baba - обалдевать/обалдеть, ошалеть;
j'en suis resté baba - я просто обалдел;
tu en es baba! - что, здорово?;
baba au rhum - ромовая баба
flan         
{m} {кулин.} флан, крем-желе;
матричный картон;
шутка;
c'est du flan - это липа;
rester comme deux ronds de flan - быть ошеломлённым; обалдевать/обалдеть;
à la flan - кое-как, халтурно;
travail à la flan - кое-как [небрежно] сделанная работа, халтурная работа;
travailler à la flan - работать спустя рукава

Ορισμός

обалдевать
несов. неперех. разг.
Терять способность соображать; тупеть.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για обалдевать
1. Причем так просто и легко, словно "за хлебушком сходила". Нам же остается обалдевать.
2. И вот брожу я по ссылкам "Яндекс.Блогов" и натыкаюсь на страницу с незамысловатым заголовком "Дедушкин самогон". Вчитываюсь и начинаю тихо обалдевать.